Η ΑΡΝΗΣΗ

Η άρνηση είναι φόβος, ή αδιαφορία, ή γνώση, ή ανασφάλεια, ή όλα μαζί, ο φίλος σου φωνάζει.

Μια σκιά πλανιέται μέσα στα κανάλια μιας πόλης σκοτεινής.

Το ολόγεμο φεγγάρι αντανακλά στο μαύρο το νερό και όπως κυλά,  τον δρόμο της αγάπης προσποιείται και μουρμουρίζει, ότι αυτού του δρόμου μοιάζει.

Αλλά δεν είναι αυτός ο δρόμος που έχεις θαυμάσει, την πελαγίσια θάλασσα, αγναντεύοντας, μια ευωδιαστή Αυγουστιάτικη βραδιά, που δεν ξεχνάς.

Η πόλη αυτή, η σκοτεινή, μόνο κανάλια ατέλειωτα και δρόμους υγρούς και αδιέξοδους έχει να δείξει.

Μυστήρια πόλη, ανεξερεύνητη φαντάζει, και να την εξερευνήσεις σε προκαλεί.

Μόνο να είναι νύχτα σου ζητά να μην την δεις την μέρα και τρομάξεις.

Η νεκρική σιγή με τίποτα δεν μοιάζει μ’ εκείνο τον ήχο τον γλυκό του κύματος που σβήνει νωχελικά στην άμμο την χρυσαφιά.

Και ξαφνικά ξυπνάς βλέπεις πιο καθαρά, πόσα λάθη μπορεί να κάνεις, τον δρόμο της αγάπης του φεγγαριού τον έχεις μέσα σου, μπορεί να τον βρεις πάνω στην θάλασσα, στα κανάλια της πόλης της σκοτεινής, στον Νείλο και τον Μισισιπή, τον Τάμεση και τον Τίγρη, στον Βόλγα και τον Ρήνο, σ’ όλο τον κόσμο, σ’ όλες τις πόλεις, γιατί η ο δρόμος της αγάπης είναι μέσα σου.

Η πόλη η σκοτεινή μπορεί να είναι η Βενετία η μαγευτική, ο Τάμεσης να είναι ο Νείλος, το Λονδίνο μπορεί να γίνει η Ρώμη, και το Παρίσι η Βιέννη

Όλος ο κόσμος είναι δικός σου αφού ο δρόμος της αγάπης είναι μέσα σου, φτάνει να μην είσαι άπληστος, αυτή θα είναι η αμαρτία σου.      

Οι ρίζες της ποίησης

Όσο διαβαίνω  την ένατη δεκαετία της ζωής  μου τόσο οι ευαισθησίες  μου μεγαλώνουν  και διευρύνονται.

Αποκτούν διαχρονική αξία για εμένα και για όσους αγαπώ  και νοιάζομαι, και πόσο περίεργο μου φαίνεται, ότι δεν με αγγίζει η ανάγκη  για ανταπόκριση. Μου αρκεί που ένιωσα και νιώθω την αγάπη.

Οι ευαισθησίες περιφέρονται γύρω από τα θέματα που με απασχόλησαν σε διάφορες φάσεις της  ζωής μου, φάσεις  που με σημάδεψαν  και  συνειδητοποίησα πως , τελικά, δεν είναι τόσο πολλές.

Με σημάδεψε το συναίσθημα για τις  ρίζες  της πατρίδας και των προγόνων μου,  για τα παιδιά μου, για τους φίλους  και συμμαθητές  από τα νεανικά μου χρόνια, για τις  προσωπικές  σχέσεις, ερωτικές  αλλά και φιλικές  για  την αγάπη για την  οικογένεια , την  συντροφικότητα που έρχεται σαν υπεραξία της κοινής ζωής και των κοινών αγώνων και ενδιαφερόντων.

Όλα αυτά θέλω να τα εκφράσω με την αγάπη μου για την τέχνη που τόσο αγαπώ, αλλά που την πρόδωσα για λόγους βιοποριστικούς αλλά και μιας δημιουργικότητας που με γοήτευε.

Αγάπησα την ποίηση, την λογοτεχνία, την μουσική και το θέατρο αλλά και την έβδομη τέχνη, τον κινηματογράφο που τις περιλαμβάνει όλες.

Αγάπησα τους Έλληνες ποιητές σαν τον Ελύτη, τον Σεφέρη, τον Καβάφη και τον Ρίτσο, τον Κορνάρο, τον Σολομό, αγάπησα και ξένους ποιητές όπως τον Lorca αλλα και Τούρκους και Πέρσες και Αρμένιους, γιατί η ποίηση , όπως και όλες οι τέχνες είναι διεθνής

Μαζί με τα ποιήματα αγάπησα και την μουσική επένδυση που τα αναβίωσαν , τον Χατζηδάκη, τον Θεοδωράκη αλλά και άλλους πολλούς.

Όταν κουράζομαι σωματικά ή ψυχικά ακούω μελοποιημένα τραγούδια που θέλω να μοιραστώ μαζί σας.

Διάλεξα γι’ αυτή την φορά να μοιραστώ μαζί σας  το ποίημα του  Lorca, ‘Ο Ματωμένος Γάμος’ που διάλεξε ο Χατζηδάκης να μελοποιήσει.

Και το ποίημα του Βιτσέντζου ΚορνάρουΕρωτόκριτος’ της Αναγεννησιακής Κρήτης που αποτελεί ίσως και το σημαντικότερο δημιούργημα της  Ελληνικής λογοτεχνίας πουν αν δεν είχε κατακτηθεί η Κρήτη από τους Οθωμανούς, η νέα Ελληνική γλώσσα θα είχε αναπτυχθεί διαφορετικά και δεν θα είχε δημιουργηθεί η διγλωσσία.

Η μουσική είναι καθαρά δημιουργημένη από την λαϊκή μούσα που ακολουθεί την μουσικότητα  της Κρητικής διαλέκτου εμπλουτισμένη με νεότερα στοιχεία

H αγάπη δεν χάνεται

Ο ορίζοντας, όσο μακριά κι’ αν φαίνεται να είναι, υπάρχει εκεί που η ματιά σου φτάνει.

Αναρωτιέσαι, γιατί όσο κι’ αν  πλησιάζεις αυτός απομακρύνεται, τέλος δεν έχει αυτός ο δρόμος;

Οφθαλμαπάτη είναι κι’ αυτός;

Μα πως μπορείς να βάλεις όρια σ’ ένα όνειρο, μπορείς να βάλεις όρια στις πέντε αισθήσεις, στην ευωδιά ενός λουλουδιού, στο κελαίδημα του αηδονιού, στο χάϊδεμα ενός χεριού, στην γεύση ενός φιλιού, στα χρώματα του δειλινού;

Η άμμος χάνεται όταν γλιστρήσει μέσ’ από τα δάκτυλά σου γι’ αυτό σου λένε, στην άμμο δεν χτίζονται παλάτια.

Οι αισθήσεις όμως δεν χάνονται αλλά ξέρουν και κρύβονται μέσα στις αναμνήσεις σου, δεν χάνονται σ’ ακολουθούν χωρίς όμως να μπορείς να τις ξανανιώσεις, κρύβονται πίσω από τους ορίζοντες που δεν μπορείς να φτάσεις.

Αν μπορείς ποτέ να βρεις αγάπη κράτα την σφικτά, μην την αφήσεις σαν την άμμο μέσ’ απ’ τα δάκτυλά σου να γλιστρήσει, γιατί σαν τον ορίζοντα που ατενίζεις θα μεταλλαχτεί, θα φεύγει και θ’ απομακρύνεται, και εσύ για μια ζωή, θ’ αναζητάς τις πέντε αισθήσεις που έχασες άδικα. Υποκατάστατα θα βρεις πολλά, σαν τον τυφλό που με την αφή διαβάζει.

Και ο ορίζοντας θα μένει πάντα ο ίδιος, αλλά το ίδιο μακριά.      

Αλλάζω όνειρα.

Δεν θέλω να μιλήσω για την μοναξιά των γηρατειών

Ούτε και την σοφία τους.

Δεν θέλω να αναπολώ στιγμές γαλήνης παρά μόνο στιγμές δράσης και ορμής.

Δημιουργία και συναίσθημα αναμιγνύονται με την συμπόνια αλλά και την ανημποριά.

Δεν θέλω να φυγομαχώ αλλά η φύση είναι ανίκητη, και η φθορά  φυσική εξέλιξη.

Ως εκ του θαύματος ονειρεύομαι μια αγκαλιά να κουρνιάσω.

Στιγμές αδυναμίας σκέφτομαι, κι’ αλλάζω όνειρο.

Προτιμώ ν’ αναπολώ στιγμές που έζησα με ήχους και ευωδιές, που είναι κρυμμένες σ’ ένα τεφτέρι σκονισμένο ή μήπως είναι άλμπουμ παιδικό;

Ότι και να είναι, έχει στιγμές ελπίδας και ορμής, ζωντάνιας και ομορφιάς, φρουρούς πανίσχυρους και άυπνους του γιασεμιού της ευωδιάς προστάτες.

Τρόμος με πιάνει, αυτή η αναζήτηση δεν βγάζει πουθενά.

Ο κήπος που φύτεψες είναι κι’ αυτός μια συντροφιά κι’ αν ξεραθεί. αλίμονο,  εσύ θα φταις.

Και πάλι αλλάζω όνειρο διέξοδο να βρω, η φύση πάντα βοηθά, εσύ δεν φταις οι άλλοι φταίνε.

Τι όμορφη διέξοδος, η φύση είναι αθάνατη, πάντα δείχνει τους δρόμους της διαφυγής.   

Η ΦΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΑΡΗ

Αναζητάς την καθαρότητα στην φύση.

Την βρίσκεις σε πολλές μορφές και εκφράσεις, μα πιο πολύ στις σχέσεις των ανθρώπων και στον έρωτα θα νιώσεις αυτή την αύρα του βοριά που τον ορίζοντα καθαρίζει.

Κάνει τα μάτια καθαρά που τόσο την δύση όσο και την αυγή σ’ αυτά τις  καθρεπτίζουν.

Πώς να συγκρίνεις τα θολά νερά, με το νερό της βρύσης του βουνού, που σε δροσίζει;

Πώς να συγκρίνεις το φως της ξαστεριάς που μες’ την νύχτα φέγγει, με την ομίχλη και την καταχνιά που σε τρομάζει ;

Είναι αυτός ο έρωτας που σε μαγεύει, χωρίς φκιασίδια ψεύτικα και ρούχα φανταχτερά, άσπρα  ή μαύρα ή χρωματιστά, γυαλιστερά και με κοσμήματα προκλητικά.

Η φύση είναι καθαρή, μοσχοβολά ανεμελιά, ήχους και θρόισμα του ανέμου όπως περνά ανάμεσα σε θάμνους, φυλλωσιές και κυπαρίσσια.

Η καθαρή ματιά με συγκινεί, μιλά ειλικρινά, ζεστά και ερωτικά, χωρίς περίπλοκες, κρυφές αναστολές  από ρωγμές κοινωνικές ή υποκριτικά νοήματα.

Τα ίδια φκιασίδια αναγνωρίζω και στον τρόπο που μιλούν, ή τραγουδούν ή εκφράζονται στις τέχνες, στην μουσική, στην ποίηση.

Άλλο λαγνεία υστερική άλλο η δίψα η ερωτική.

Η φύση είναι καθαρή.   

Το τελος και η αρχή

Δεν υπάρχει τέλος.

Η φύση μας έμαθε ότι δεν υπάρχει τέλος μόνο εναλλαγή

Είναι της φύσης μάθημα, έρχονται πολλοί χειμώνες,

και πάντα ακολουθεί η άνοιξη , το καλοκαίρι και ο Σεπτέμβριος.

Οι πάγοι λιώνουν και ξαναγίνονται,  άνθρωπος έμαθε να περιμένει.

Η ελπίδα μοιάζει με πηγή που δεν στερεύει.

Το γνωρίζεις ότι δειλινό δεν είναι ένα, θ’ έρθουν πολλά κ’ ατέλειωτα, από αυτά.

Δεν είσαι λουλούδι που θα μαραθεί, ρυάκι που θα στερέψει.

Είσαι η μάνα γη που θα δεχτεί τον σπόρο που θα ανθίσει.

Αλίμονο σου αν σκεφτείς τον μαρασμό και την φθορά, αφύσικο μου φαίνεται,

Προς τι αυτή η αναμονή, ή λόγος ύπαρξης αν την ελπίδα χάσεις;

Tι πρόβλημα κι’ αυτό μεγάλο, γι’ αυτούς που τρέχουνε αλόγιστα, το τέλος να προλάβουνε;

Ποιο τέλος και ποια αρχή; Η φύση σ’ έφτιαξε να ζεις χωρίς να σκέπτεσαι το τέλος.

Μόνο να σκέπτεσαι τον σπόρο που θ’ αφήσεις πίσω σου στην γη που θα ανθήσει.

Και ο σπόρος αυτός δεν είναι μόνο βιολογικός, είναι και η χαρά που δώρισες.

Είναι τα δημιουργήματά σου, οι μνήμες που φύτεψες, σε φίλους, συντρόφους, παιδιά κ’ εγγόνια.

Μόνο αυτή είναι η ελπίδα που δεν στερεύει.

Αυτό πιστεύω αντανακλά επάνω σου, σαν τις ακτίνες του ήλιου που σε ζεσταίνουν, σαν αγκαλιά που προστατεύει

Αυτό με λίγα λόγια είναι η ζωή που ο Θεός της φύσης σε φύτεψε να ζήσεις.      

Η οδύσσεια και η τιμωρία της προσμονής μιας ουτοπίας

Η αναζήτηση μιας οπτασίας

Η ποίηση γοητεύει από την αυγή της ιστορίας, γι’ αυτό ο Όμηρος ακόμα συγκινεί για τρείς χιλιάδες χρόνια. και φαίνεται ότι θα συγκινεί πολύ ακόμα.

Τι προσπαθεί να πεί ο ποιητής;

Μα, τα δεινά της ανθρωπότητας , περιγράφει, με αλληγορίες , τονίζοντας. από την αρχή, με την Οδύσσεια, την προσμονή μιας χαράς που έπρεπε να έρθει.

Γυναίκα έφερε τον πόλεμο, γυναίκα αναζητά ο ποιητής, την κάθαρση να φέρει.

Η Ελένη ήταν η αμαρτωλή, και ήταν εύλογο, ο ποιητής, την Πηνελόπη την πιστή να τραγουδήσει, σαν λογική συνέπεια, την κάθαρση να φέρει.

Αυτό, η φύση του ανδρός, αναζητά σαν φυσική ανταμοιβή για τα δεινά που πέρασε, και πλάθει μια Πηνελόπη ιδανική.

Καλόπιστε αναγνώστη, είναι μια ειρωνεία του ποιητή , διέξοδο συμβατική να δώσει.

Κρύβει μια ερμηνεία αιρετική, που δεν τολμά, στο ποίημα, να δώσει.

Ελπίζει κάποιοι να αντιληφθούν ότι η Ελένη η όμορφη, και η Πηνελόπη η πιστή αλλά και η Καλυψώ, και η Ναυσικά και η Κίρκη, τον ίδιο έρωτα υμνούν, και ανάλογα με τις δικές τους ανάγκες πράττουν.

Αυτό το ποίημα την φύση της εναλλαγής διδάσκει , της χαράς με την λύπη, δείχνει το άγχος της προσπάθειας, τον πόνο της απογοήτευσης από την προδοσία, αυτή που ανάβει το καντήλι της προσμονής κάποιας ανταμοιβής.

Συναισθήματα που πολλοί πιστεύουν πως είναι, νομοτελειακά, και αλληλένδετα της φύσης δημιουργήματα.

Δεν είναι, όμως, πάντα έτσι. Η ανταμοιβή, πολύ συχνά, δεν έρχεται.

Το κρύβει αυτό ο Όμηρος, σκόπημα, ή άθελά του, γιατί αποζητά την κάθαρση στο δημιούργημά του.

Αλλά εσύ μην παρασύρεσαι.

Μην ελπίζεις ότι θα συναντήσεις τη ‘Νιρβάνα’ της ευτυχίας, σε μία ήρεμη θάλασσα που ακολουθεί μετά από την τρικυμία, όπως συχνά, φαντάζεσαι, αλλοίμονο, θα στο διδάξει η ζωή, αυτή η προσμονή είναι μια ουτοπία.

Η ενόραση της Νιρβάνα

Η χαρά συνυπάρχει με τα ‘ματωμένα γόνατα, στο φωνάζει ο ποιητής, αυτό είναι το αναμενόμενο, και καθώς φαίνεται, και το σύνηθες και δίκαιο.

Αποζητά πολλές χαρές ο άνθρωπος, στον έρωτα, στην επιτυχία, στη φιλία, στην αίσθηση ότι ανήκεις, σε μία οικογένεια, σε μια θρησκεία, σε μια πολιτική παράταξη , σε μια υπαρξιακή θεώρηση, σε μια συμπόρευση, σε μια πατρίδα, ακόμα και σε μία ποδοσφαιρική ομάδα.

Ο νόμος της φύσης είναι αμείλικτος, δεν θα βρεις την Νιρβάνα, όσο κι’ αν ψάξεις, ούτε και  στην ψευδαίσθηση της ανεξαρτησίας που αναζητάς, και της αυτονομίας, που πολλοί προσβλέπουν, σαν μία διέξοδο , αυτή είναι που σε ξεγελάει, ακόμα περισσότερο, και πέφτεις στην παγίδα.  

Ο ανεξάρτητος άνθρωπος είναι εκείνος που δεν έχει βρει  κανένα άλλον, που θα ήθελε να είναι εξαρτημένος από αυτόν. Γι’ αυτό παραμένει μόνος.        

Τότε και μόνο τότε, καταλαβαίνεις, και μετράς, στην ζυγαριά των συναισθημάτων σου, το βάρος ενός άγνωστου πόνου, που δεν μοιάζει με τίποτα άλλο, ούτε και με τον πόνο της εγκατάλειψης και της έλλειψης, που είναι ένας πόνος πιο γνώριμος, κι ας έχει  μέσα του το δηλητήριο της εκδίκησης.

Γι’ αυτό αναζητάς την ανεξαρτησία σου.  

Η ανεξαρτησία είναι ψεύτικη, προκαλεί ευθύνη και μοναξιά, και η μοναξιά είναι το τελευταίο στάδιο πριν από το τέλος, μοιάζει με προδοσία, που είναι σαν ένα έγκλημα μαζί με τιμωρία.

Η ανεξαρτησία είναι, και αυτή, μόνο μια οφθαλμαπάτη.

Κ’ η προδοσία έχει ανάγκη το αναισθητικό για να την αντέξεις.

Η ίδια η προδοσία το γνωρίζει, δεν περιμένει την συγχώρεση, αλλά ζητά,  με απόγνωση, μια λύτρωση που ποτέ δεν έρχεται.

Αυτή είναι και η τιμωρία.

Η τιμωρία εκείνης της στιγμής που αναγνωρίζεις την οπτασία της ουτοπικής πιστής Πηνελόπης, που κάποιοι εκεί στην άφησαν , αιώνια να είναι μαζί σου, όχι για συντροφιά, αλλά σαν τιμωρία, δική σου και δική της .

Και αν είναι αυτόν τον Οδυσσέα που, κρυφά θέλει να εκδικηθεί ο ποιητής, γιατί το κάνει;

Μήπως η θεά του έρωτα, η Αφροδίτη ζήλεψε αυτόν τον φαλλοκράτη Οδυσσέα για τα επτά χρόνια που έζησε με την Καλυψώ, την πρόσκερη διαμονή της Ναυσικά, την Κίρκη και ποιος ξέρει πόσες άλλες;

Τον Πάρη έπρεπε να τιμωρήσει η έρημη, όχι τον Οδυσσέα .

Η ουτοπία

Μία σύντομη περίληψη του ερωτικού συναισθήματος.

Οι άνδρες, όπως και οι γυναίκες, αναζητούν έναν συνδυασμό ιδιοτήτων όταν αναζητούν σύντροφο. Η αρχική έλξη συχνά περιλαμβάνει τη φυσική εμφάνιση, καθώς οι οπτικές ενδείξεις παίζουν σημαντικό ρόλο. Η αυτοπεποίθηση, η αίσθηση του χιούμορ και τα κοινά ενδιαφέροντα συμβάλλουν επίσης στην ελκυστικότητα. Ωστόσο, οι ατομικές προτιμήσεις διαφέρουν και αυτό που εκτιμά ένα άτομο μπορεί να μην είναι καθολικό. Η οικοδόμηση μιας σύνδεσης που βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και την κατανόηση είναι ζωτικής σημασίας για μια μόνιμη σχέση.

Παρ’ όλη την παραπάνω λογική θεώρηση παραμένει μυστήριο εάν το ερωτικό συναίσθημα μπορεί να προσδιοριστεί από συγκεκριμένες συνθήκες και χαρακτηριστικά.

Μπορεί να υπάρξουν συνθήκες που μπορεί να συμπέσουν περισσότερες  από μία φορά, ή μία σπάνια περίπτωση αναστέλλει την δημιουργία μιας δεύτερης ή τρίτης φοράς;

Αυτό είναι πολύ δύσκολο να απαντηθεί κυρίως διότι οι προσωπικότητες των ανθρώπων διαφέρουν όσον αφορά τις ευαισθησίες που υπάρχουν αλλά και τις αδυναμίες στις προσωπικότητες που υποβόσκουν συνειδητά ή ασυνείδητα σε κάθε άτομο.

Το θέμα γίνεται ακόμα πιο πολύπλοκο όταν οι ευαισθησίες και οι αδυναμίες μεταβάλλονται χρονικά με την ωρίμανση της προσωπικότητας.

Πιο συναίσθημα επιβιώνει τελικά, η φυσική έλξη, ο θαυμασμός της προσωπικότητας, η ασφάλεια που ένας σύντροφος προσφέρει, η συντροφικότητα, ή η θαλπωρή μιας  αγκαλιάς, η απλή ζεστασιά του χεριού που σε κράτησε όταν περπατούσες δίπλα δίπλα, κρατώντας αυτό το χέρι;

Τι ρόλο παίζει  η σεξουαλική ταύτιση; Ασφαλώς σημαντικό.

Τι ρόλο παίζουν τα όνειρα, οι αναμνήσεις και οι στιγμές χαράς που έζησες;

Tι ρόλο παίζουν οι κοινοί στόχοι, τα δημιουργήματα, τι ρόλο παίζουν οι τύψεις, που πάντα υπάρχουν, οι χαμένες ευκαιρίες, οι στιγμές που δεν έζησες, ή αυτές που έζησες;

Είναι πράγματι δύσκολο να αναπαραχθούν και να συντονιστούν όλα αυτά μαζί, διαχρονικά για να συγκρίνεις , στιγμές, ανάγκες και όνειρα για τόσες στιγμές  μες’ την ζωή ενός ανθρώπου, και αν σκεφτείς ότι αυτοί οι συνδυασμοί αφορούν δύο ανθρώπους με σύνθετες ευαισθησίες και πολλές ανάγκες βγάζεις, μόνο σου,  ένα συμπέρασμα γιατί ο έρωτας είναι ένα σπάνιο γεγονός για σπάνιους ανθρώπους.   

Η συγνώμη.

Ο βράχος έστεκε αγέρωχος, ακίνητος και επιβλητικός, φαινόταν άτρωτος.

Ο ήλιος έλαμπε και φώτιζε την άγρια επιφάνεια χωρίς ν’ αντανακλά.

Μόνο ρωγμές φαινόταν κι’ αυτές από πολύ κοντά.

Στο φως του φεγγαριού και τις ασημένιες ανταύγες του δρόμου της αγάπης και του έρωτα, την νύχτα, ο βράχος φάνταζε μυστήριος ακόμα πιο δυνατός.  

Ήρεμη δύναμη και σταθερότητα;

Η θάλασσα τον κοίταζε και λικνίζοντας τον αγκάλιαζε, άλλοτε ήρεμη, γλυκιά,  ονειρική, νωχελική, έδειχνε αδύναμη, άλλοτε υστερικά τον βράχο χτύπαγε, λυσσομανούσε με άγρια κύματα ορμούσε.

Όχι, δεν ήταν εχθρικά τα κύματα, ο βράχος δεν φοβόταν, στεκόταν όρθιος και δροσίζονταν, γιατί η θάλασσα αδυναμία  έδειχνε, όταν επάνω του ξεσπούσε.

Όταν στον βράχο έφτασα, από κοντά και κοίταξα, είδα το μαύρο σπήλαιο.

Προχώρησα μέσα σ’ αυτό κι’ απόρησα,  πόσους αιώνες κράτησε τέτοιο μεγάλο σπήλαιο να γίνει;

Ποιος το έσκαψε;

Ο βράχος, από πάνω, ακόμα όρθιος στεκότανε.

Η θάλασσα ακόμα απ’ έξω χτύπαγε.

Μέσα στο σπήλαιο, η θάλασσα ρυάκι έγινε  αλλά ακόμα έσκαβε.

Ένας ήχος αντηχούσε, προσπάθησα να καταλάβω, μέσα στον ψιθυριστό αντίλαλο, των  κυμάτων τον φλοίσβο, τους ήχους της σπηλιάς που αντηχούσαν.

Τι προσπαθούσαν ψιθυριστά να πουν;

Νομίζω πως άκουσα να λεν… συγνώμη βράχε συγχώρεσέ με..

Το ρυάκι μέσα στο σπήλαιο κυλούσε αθόρυβα σαν να κρυφτεί να ήθελε, και έξω ο φλοίσβος των κυμάτων σιγόκλαιγε.