Το γεωπολιτικό παιχνίδι έχει γίνει πολύ πολύπλοκο για να το παρακολουθεί ο μέσος Έλληνας και αυτό δημιουργεί πολύ χώρο για λαϊκισμό.
Η ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης και κοινωνικών παροχών επιβάλουν τον ανταγωνισμό μεταξύ δημοκρατίας και δημοκρατικών θεσμών με τον ρεαλισμό και την κατανόηση των κοσμογονικών αλλαγών που πραγματοποιούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα σήμερα.
Υπάρχει άμεση ανάγκη ανύψωσης του επιπέδου επικοινωνίας μεταξύ λαού και της εκάστοτε κυβέρνησης, αν πρόκειται να επιβιώσουν οι δημοκρατικοί θεσμοί.
Η ανάγκη κατανόησης των επιπτώσεων των αλλαγών που συμβαίνουν και θα εξακολουθήσουν να συμβαίνουν, είναι μεγάλη γιατί οι αποφάσεις που θα λαμβάνονται απαιτούν κατανόηση για τις θυσίες που επιβάλλεται να γίνονται.
Η Ελλάδα βρίσκεται στο μέσον ενός πραγματικού κυκλώνα διεθνών ανακατατάξεων που απαιτούν ιδιαίτερα ευφυή ηγεσία που θα πρέπει πρώτα απ’ όλα να κατανοεί τις αλλαγές, και την ανάγκη λήψεως άμεσων αποφάσεων, ενώ ταυτόχρονα να επικοινωνεί την αναγκαιότητα αυτή με πειστικότητα στον λαό για να επιβιώσουν οι δημοκρατικοί θεσμοί και οι διαδικασίες.
Η Ελλάδα μας είναι μία μικρή χώρα με πληθυσμό 11 εκατομμυρίων, ενώ οι συγκρουσμένες ομάδες διαθέτουν πληθυσμούς και μέσα πολλαπλάσια από κάθε πλευρά.
Σήμερα βρισκόμαστε στα σύνορα της Ευρώπης στην οποία ανήκουμε που ακόμα και η ίδια είναι μικρή σε σχέση με τους παίχτες στο γεωπολιτικό παιχνίδι που παίζεται.
Δεν χρειάζεται να τονίσουμε΄΄ότι η Ελλάδα είναι μικρή σε σχέση με την Αμερική την Κίνα, τον Ισλαμικό κόσμο, την Ρωσία, την Ινδία, την Ιαπωνία κλπ.
Οι προσδοκίες, όμως, ακόμα και των γιγάντων της παγκόσμιας οικονομίας αλληλοσυγκρούονται μέσα στις αλλαγές που οι συνθήκες επιβάλουν.
Η οικονομική ανάπτυξη της Κίνας σε συνδυασμό με τις πολιτικές και κοινωνικές αντιθέσεις μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ δίνουν την ευκαιρία σε άλλες δυνάμεις να εκμεταλλευτούν την σύγκρουση αυτή, η κάθε μία προς το συμφέρον της. Ακόμα και μεταξύ των κρατών της Ευρώπης αναφύονται αντιθέσεις και οικονομικές συγκρούσεις.
Όμως οι παγκόσμιες αντιθέσεις δεν έχουν μόνο οικονομικό χαρακτήρα, υπεισέρχεται και ο εξτρεμισμός του Ισλάμ με προεκτάσεις στην τρομοκρατία.
Αυτός ο διαχρονικός θρησκευτικός φανατισμός δίνει την ευκαιρία στην Τουρκία να αναζητά τον ρόλο του μεσολαβητού μεταξύ δύσης και ανατολής, με το αζημίωτο βέβαια.
Αυτό αφορά την Ελλάδα άμεσα γιατί η αναθεωρητική στρατηγική της Τουρκίας θέλει να φέρει σαν ‘αντίπαλο δέος’ το σύνολο του Ισλάμ και ειδικότερα τους Τουρκόφωνους λαούς απέναντι στην Ελλάδα, που την θεωρεί προμαχώνα της δύσης, δηλαδή 300 εκ πληθυσμού σε σχέση με τα 10 εκ των Ελλήνων. Ο προμαχώνας αυτός είναι ανεπαρκής για την δύση, ενώ αν Δύση συμβιβαστεί με τις απαιτήσεις της Τουρκίας, θα ωφεληθεί πολλαπλά.
Οι Τουρκικές απειλές έχουν γίνει ξεκάθαρες, από τον Εύρο στα νησιά, τόσο για θέματα μεθορίου όσο και για την αμυντική θωράκιση που έχει άμεση σχέση με την αμφισβήτηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας.
Το βασικό πρόβλημα της Τουρκίας είναι ο διεθνής νόμος και ο ΟΗΕ διότι η διεθνής νομοθεσία και ο ΟΗΕ αποτελούν το ανάχωμα στην υλοποίηση των στρατηγικών σχεδίων της Τουρκίας να αναβαθμιστεί σε περιφερειακή δύναμη που θα ελέγχει την περιοχή που άλλοτε ήλεγχε η Οθωμανική αυτοκρατορία.
Το ειδικό πρόβλημα της Ελλάδας αποτελεί μόνο ένα μικρό τμήμα από τις αναμενόμενες εξελίξεις και ανακατατάξεις σε τομείς όπως η μόλυνση του περιβάλλοντος, η κλιματική αλλαγή, ο υπερπληθυσμός στον τρίτο κόσμο σε αντίθεση με την υπογεννητικότητα της Ευρώπης, η μετάβαση σε πράσινη ενέργεια, η εξαφάνιση πρώτων υλών κλπ.
Η Ελλάδα παρά τα όποια προβλήματα εξακολουθεί να βρίσκεται σε προνομιούχο θέση λόγο γεωγραφικής τοποθεσίας με κλιματικές συνθήκες που αποτελούν ελκυστικό παράγοντα τόσο για τον βορά όσο και τον νότο.
Η διαφύλαξη της εθνικής κυριαρχίας αποτελεί τον πλέον σημαντικό παράγοντα επιβίωσης της χώρας και του Ελληνισμού με ότι αυτό συνεπάγεται.
Η οικονομική ανάπτυξη είναι απόλυτα συνυφασμένη με την διαφύλαξη της Εθνικής κυριαρχίας. Εδώ υπεισέρχεται και η απαιτούμενη ισορροπία μεταξύ ανάπτυξης και κοινωνικών παροχών. Εδώ υπεισέρχεται και η ισορροπία μεταξύ εισροής οικονομικών μεταναστών και δυνατότητας ενσωμάτωσης και απορρόφησης πολυπολιτισμικών στοιχείων που δεν θα αλλοιώσουν το πολιτισμικό υπόβαθρο της χώρας.
Αυτές είναι οι ευαίσθητες ισορροπίες που αποτελούν το έδαφος που μπορεί να αναπτυχθεί και ο λαϊκισμός.
Πάνω σε αυτές τις ισορροπίες αναπτύσσονται και οι πολιτικές κοσμοθεωρίες που επηρεάζουν και τους πολίτες των κρατών.
Αλλά και οι κοσμοθεωρίες έχουν διαφορετική εφαρμογή σε χώρες με διαφορετική ιστορική διαδρομή και διαφορετική πολιτισμική υποδομή, όπως συμβαίνει να παρατηρούμε σε χώρες όπως οι Αραβικές χώρες, η Βόρειος και η Νότιος Αμερική, η Ευρώπη, η Ασία κλπ.
Το συναίσθημα εδώ παίζει πρωταρχικό ρόλο, το ίδιο και η θρησκεία, ενώ πάνω απ’ όλα ο λαϊκισμός εκμεταλλεύεται το συναίσθημα.
Το συναίσθημα είναι ισχυρό ανθρώπινο χαρακτηριστικό και είναι το πιο ευάλωτο σημείο για να ελέγξει ο καθείς την συμπεριφορά των ανθρώπων. Ποιος μπορεί να κατηγορήσει τον μέσο Εγγλέζο γιατί αγαπά τον θεσμό της Βασιλείας; Ποιος ,μπορεί μα κατηγορήσει τον ήρωα που μάχεται για την πατρίδα του; Ποιος μπορεί να κατηγορήσει τον θρησκευόμενο γιατί έχει ευλάβεια για τον Θεό στον οποίο πιστεύει; ,Ποιος μπορεί να κατηγορήσει αυτόν που πιστεύει στο δίκαιο και τα ανθρώπινα δικαιώματα; Και όμως υπάρχουν πολλές θρησκείες, πολλές ερμηνείες δικαίου και πολλοί τρόποι να βλέπεις τα ανθρώπινα δικαιώματα, και πάνω απ’ όλα ποια δικαιώματα όταν κάποια από αυτά συγκρούονται μεταξύ τους;
Τα βλέπουμε αυτά καθημερινά, στις συγκρούσεις, με τα θύματα πολέμων, στους πρόσφυγες, στις αντιθέσεις μεταξύ διαφορετικών κοσμοθεωριών ακόμα και μεταξύ θρησκειών και πολιτικών κομμάτων. Δημιουργούνται διαφορετικές αξίες. Η Αξία της ανθρώπινης ζωής, η αξία του δικαιώματος της διαφορετικότητας, η αξία της παραγωγικότητας, η αξία της ισότητας, η αξία της προσπάθειας, η αξία της αποτελεσματικότητας, η αξία της γνώσης, η αξία της περιουσίας. Για αιώνες διαφορετικά οικονομικό-πολιτικά συστήματα ανταγωνίζονται για την υπεροχή και την μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα του ενός η του άλλου, σε όλες τις φάσεις όμως επικρατεί ο συναισθηματισμός.
Ο πραγματισμός έρχεται σε δεύτερη μοίρα.
Ο πραγματισμός όμως είναι ο κοινός παρονομαστής γιατί μέσα στους συναισθηματισμούς διαφορετικών θεωριών, θρησκειών, πολιτικών συστημάτων και συμφερόντων δεν θα βρούμε άκρη.
Σε εθνικό επίπεδο ο πραγματισμός πρέπει να γίνει η γλώσσα επικοινωνίας μεταξύ λαού και κυβέρνησης αλλά και μεταξύ Κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, τώρα και στο μέλλον γιατί η εκμετάλλευση της συναισθηματικής νοημοσύνης είναι πολύ εύκολα να μας οδηγήσει σε αφανισμό.