Προβληματισμοί για επιπτώσεις από την προεκλογική διαδικασία, για το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο του Ιουνίου 2024

Πλησιάζει μια ακόμη εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα, και αναπόφευκτα το μυαλό μου ανατρέχει στους προβληματισμούς που σχεδόν πάντα είχα, ιδιαίτερα προβληματίζομαι. αυτή την φορά, μετά την αποχώρηση του κ Τσίπρα από την θέση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ.   

Είμαι σίγουρος ότι πολλοί από τους Έλληνες ψηφοφόρους θα έχουν παρόμοιους προβληματισμούς, αν δεν διέπονται από σοβαρές  ιδεοληπτικές προκαταλήψεις.

Η αποχώρηση του Τσίπρα και η δήλωσή του, κατά την αποχώρησή του, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τελείωσε, αποδεικνύει ότι η προσπάθεια του ιδίου να υποκαταστήσει το παλαιό ΠΑΣΟΚ σαν κυρίαρχο του κεντρώου πολιτικού χώρου απέτυχε, διότι, κατά την γνώμη μου, δεν κατάφερε να πείσει τον σκληρό πυρήνα των στελεχών του κόμματος, να προσχωρήσει στην άποψη ότι η ριζοσπαστική αριστερά δεν είχε μέλλον στην Ελλάδα όσο αυτή είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ανεξάρτητα αν είμαι ή όχι θαυμαστής ή ακόλουθος του κ Τσίπρα οφείλω να ομολογήσω ότι το διάστημα που ο κ Τσίπρας άσκησε την εξουσία σαν Πρωθυπουργός της Ελλάδος και ανέλαβε την πλήρη ευθύνη της διαπραγμάτευσης των συμφερόντων της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ και τον ΟΗΕ, μετατράπηκε, από τον οργισμένο αριστερό φοιτητή, οργανωτή καταλήψεων, σε υπεύθυνο πολιτικό άνδρα που ωρίμασε από τα πραγματικά γεγονότα και τις δυσκολίες που είχε να αντιμετωπίσει.

Σήμερα θα ήταν ένας πολύ πιο αποτελεσματικός πρόεδρος ενός κόμματος της κεντροαριστεράς, απαλλαγμένος από τα βαρίδια εκείνων των συντρόφων του που δεν έχουν γίνει σοφότεροι από τα μαθήματα της εξουσίας.

Η πολιτική είναι τέχνη του εφικτού.

Με εφευρέτη του όρου τον Μπίσμαρκ, αυτή η φράση έρχεται να αναγνωρίσει τα εμπόδια και τους περιορισμούς ενός περιβάλλοντος με αυστηρές και συγκεκριμένες αλληλοσυνδεόμενες δομές που δύσκολα μπορεί κάποιος πολιτικός να τις αλλάξει.

Η σημερινή αντιπολίτευση κάνει πολλά από τα ίδια λάθη που λίγοι πολιτικοί άνδρες αντιλαμβάνονται, και μέσα σε ένα περιβάλλον αμφισημίας εξακολουθούν να αγνοούν τον κοινό νου που έχει αποκτήσει ο μέσος ψηφοφόρος, δηλαδή ο ψηφοφόρος αυτός δεν παρασύρεται από επιφανειακές τακτικές που απέχουν από την πραγματικότητα, ακόμα και οι βασικές έννοιες και ή ορολογία παίζουν ρόλο, πχ δεν μπορείς να χρησιμοποιείς τον ορισμό ‘Προοδευτικά’ προσδιορίζοντας τα κόμματα της αντιπολίτευσης, υπαινισσόμενος ότι η συμπολίτευση είναι αντιδραστική, μη προοδευτική, και αναχρονιστική.

Ούτε η ορολογία συντηρητικός προσδιορίζει σήμερα την συμπολίτευση, ταυτόχρονα δεν μπορείς εύκολα να κατηγορείς άτομα , πολιτικούς και μη, χωρίς σοβαρές ενδείξεις για παράνομες πράξεις, ούτε να επικαλείσαι την άποψη του κοινού σαν αποδεικτικό τεκμήριο των απόψεών σου.

Η άποψη του κοινού μετρά στην κάλπη όχι στο δικαστήριο.

Αυτά τα μικρά παραδείγματα δεν είναι αμελητέα, διότι επεκτείνονται σε δημιουργία κλήματος αμφισβήτησης της ακεραιότητας.

Αλλά και πέρα από θέματα προσδιορισμού και ορολογίας, η σημερινή πολιτική πραγματικότητα έχει ξεπεράσει, στην ουσία, τις παραδοσιακές πολιτικές και οικονομικές θεωρίες, αλλά ακόμα περισσότερο τις πρακτικές, και αυτό δεν αφορά μόνο την Ελληνική πολιτική σκηνή, αφορά την Ενωμένη Ευρώπη ίσως και τον κόσμο ολόκληρο.

Οι παραδοσιακοί προσδιορισμοί της πολιτικής θεωρίας ή θέσης, σαν, σοσιαλιστής, φιλελεύθερος, καπιταλιστής, κομουνιστής, βασιλόφρων, κρατιστής, δημοκράτης, λαϊκιστής, συντηρητικός, αριστερός, κεντρώος, δεξιός, προοδευτικός, έχουν πλέον ξεπεραστεί, γιατί καμία από τις ονομασίες αυτές δεν αποδίδει τον ακριβή προσδιορισμό της σημερινής πραγματικότητας.

Η συνεχής χρήση των όρων αυτών αποδεικνύει την αδυναμία των πολιτικών να κατανοήσουν την σημερινή πραγματικότητα στην πολιτικοοικονομική σκηνή.

Οι σχέσεις μεταξύ εργασίας, και κεφαλαίου, εργαζομένων και εργοδοτών, συνδικαλιστών και διοικήσεως, κράτους και ιδιωτών, δημοσίων και ιδιωτικών υπαλλήλων έχει καταστεί πολύπλοκη, τόσο που η απλοποίηση της ερμηνείας του ρόλου του κάθε ενός , θα οδηγήσει σε λανθασμένες εκτιμήσεις, υιοθετώντας παραδοσιακές προσεγγίσεις,  και κατ’ επέκταση σε βέβαιη αποτυχία.

Ακόμα και μόνο το περίπλοκο νομοθετικό περιβάλλον που έχει δημιουργηθεί, μεταξύ εθνικού και Ευρωπαϊκού κώδικα, είναι αρκετό να δημιουργεί σύγχυση, στον πολίτη.

Οι εκλογές για την σύνθεση του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου αποκτά πλέον πολύ μεγαλύτερη σημασία.     

Oι προσδοκίες, από τους πολιτικούς είναι μεγάλες σήμερα.   

Τα απλά χαρίσματα επικοινωνίας, που παλαιότερα γοήτευαν, ενέπνεαν, και καθοδηγούσαν το πλατύ κοινό δεν επαρκούν.

Τα χαρακτηριστικά αυτά δεν φθάνουν, σήμερα, οι πολιτικοί πρέπει να πείσουν ότι έχουν βαθειά γνώση της σύγχρονης πραγματικότητας, των συνθηκών και προβλημάτων καθώς και γνώση των εργαλείων, μεθόδων και μέσων που θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να παραχθούν ρεαλιστικά αποτελέσματα.

Η περίοδος των απλοϊκών, δογματικών συνταγών έχει εκλείψει, ενώ κάθε χρόνος που περνά κάνει το έργο των πολιτικών ακόμα πιο πολύπλοκο, για να εισακουστούν, όσον αφορά το σκεπτόμενο εκλογικό κοινό.

Αυτές οι σκέψεις με ώθησαν να μελετήσω, και να αναθεωρήσω, για μία ακόμη φορά, την αποτελεσματικότητα των διαφόρων πολιτικών συστημάτων.

Για την μελέτη αυτή χαρτογράφησα  την κατανομή των πολιτικών δυνάμεων, τόσο από πλευράς των πολιτικών κομμάτων που δημιουργούνται, όσο και από πλευράς κατανομής των τμημάτων του εκλογικού σώματος, που τα πολιτικά  κόμματα αντιπροσωπεύουν.

Με άλλα λόγια ταξινόμησα τα τμήματα του εκλογικού σώματος όπως θα έκανε μία εταιρία δημοσκοπήσεων, για να διαχωρίσω και να μελετήσω τις ανάγκες αλλά και τις δυνατότητες του κάθε τμήματος.

Ανάγκες όσον αφορά τους στόχους και τα ‘θέλω’  κάθε παράταξης αλλά και τις δυνατότητες όσον αφορά το πολιτισμικό και γνωστικό επίπεδο, αλλά και άλλες συνθήκες.

Αλλά και πέραν αυτού οι σκέψεις μου επεκτάθηκαν  στους γενικότερους κανόνες λειτουργίας που διέπουν την λειτουργία διαφορετικών πολιτικών συστημάτων, δημοκρατικών και μη.

Κατέληξα ότι θα ήταν μεγάλη αφέλεια να αποδεχτώ τα εύκολα συμπεράσματα, που πολλές σχολές πολιτικής σκέψης υιοθετούν,  κρύβοντας πίσω από αυτά ιδεοληψίες, προκαταλήψεις και ιδιοτέλεια, με μια βεβαιότητα που με ξενίζει.

Αλλά το θέμα είναι πολύ πλατύ και απαιτεί περισσότερη ακόμα προσπάθεια για να αναλυθεί, ιδιαίτερα όταν εμπλέκονται πολλοί παράγοντες και αντιπαραθέσεις κοινωνικές, πολιτισμικές θρησκευτικές, οικονομικές κλπ

Δεν σταματώ εδώ θα συνεχίσω και θα ολοκληρώσω το σκεπτικό μου σύντομα, προς το παρόν βάζω μία άνω τελεία τονίζοντας ότι η απλοποίηση δεν ταιριάζει στον κόσμο που ζούμε και ότι συνταγές για μονοδιάστατες λύσεις δεν προσφέρονται πλέον.   

Σχολιάστε